Τι συμβαίνει τελικά με το ρυζάλευρο & τα δημητριακά;

Ένα από τα θέματα που απασχολούν καθημερινά τα μέλη μας είναι το ρυζάλευρο και οι κρέμες δημητριακών, καθώς φαίνεται να προτείνονται από την πλειονότητα των Ελλήνων παιδιάτρων. Ασχέτως με την ηλικία του βρέφους, συστήνουν να ξεκινήσει με αλεύρι ρυζιού, δημητριακών ή, γιατί όχι, και με μπισκοτόκρεμα.

Τα φρούτα, τα λαχανικά και τα όσπρια έρχονται δεύτερα σε επιλογή, το κρέας τρίτο και καταϊδρωμένο, ενώ τα ψάρια, τα θαλασσινά, το αυγό, το παραδοσιακό γιαούρτι και οι ξηροί καρποί τελευταία και ξεχασμένα. Ανάλογα με τις πεποιθήσεις κάθε παιδιάτρου, θα μας “επιτρέψει” να τα εισάγουμε στη διατροφή του παιδιού μας από τον 7ο μήνα έως τα 3-5 έτη, συχνά δε με απίστευτους περιορισμούς.

Τελικά είναι τόσο απαραίτητα ώστε να εισάγονται ως πρώτη και πολλές φορές κύρια τροφή στη διατροφή ενός βρέφους;

Όχι.

Η αλήθεια δεν θα μπορούσε να είναι παρά διαφορετική.

Ρύζι

Το ρύζι αποτελείται από 68% νερό, 28% υδατάνθρακες, 3% πρωτεΐνη και αμελητέα ποσότητα άλλων ιχνοστοιχείων.
Αν και βασικό τρόφιμο στη διατροφή του πλανήτη, καλύπτοντας το 20% των ενεργειακών αναγκών όλων των ανθρώπων, δεν είναι ούτε ωφέλιμο διατροφικά, ούτε ελαφρύ στην πέψη, ούτε λιγότερο αλλεργιογόνο και ούτε προετοιμάζει το πεπτικό για τις στερεές τροφές.

Προσφέρει:

  • Ενέργεια μέσω των υδατανθράκων, που αν δεν χρησιμοποιηθεί, θα αποθηκευτεί ως λίπος από τον οργανισμό.
  • Αμελητέα ποσότητα πρωτεϊνών, μη αξιοποιήσιμη από τον οργανισμό, διότι οι φυτικές πρωτεΐνες δεν είναι ισάξιες με τις ζωικές και αν δεν συνδυαστούν σωστά, δεν συμβάλλουν στη σύνθεση των 9 βασικών αμινοξέων που χρειάζεται ο ανθρώπινος οργανισμός: κάποια από αυτά είναι απαραίτητο να τα λάβουμε από τη διατροφή μας, γιατί ο οργανισμός μας δεν μπορεί να τα παράξει.
  • Ευχαρίστηση μέσω της ουδέτερης και εύκολης γεύσης και υφής του υδατάνθρακα που οδηγεί σε μονοφαγίες και απόρριψη άλλων ομάδων τροφών.
  • Επιβάρυνση του ανώριμου βρεφικού εντερικού μικροβιώματος, διότι ο οργανισμός των βρεφών δεν παράγει ακόμα τα απαραίτητα ένζυμα για τη διάσπαση και πέψη του αμύλου, και δεν θα το κάνει έως κοντά στο έτος, ανάλογα με τον οργανισμό.
  • Φυτικό οξύ, ένα αντί-θρεπτικό στοιχείο και αναστολέας θρέψης που περιέχεται σε όλα τα φυτικά τρόφιμα και δεσμεύει πολύτιμα μέταλλα και ιχνοστοιχεία κατά τη διάρκεια της πέψης – το ποσοστό του μειώνεται με την αφαίρεση του φλοιού και το μούλιασμα και ξέπλυμα του ρυζιού, αφότου βράσει.
  • Αρσενικό, ένα μέταλλο στο έδαφος της γης που απορροφά από φυσικού του το ρύζι και μειώνεται μόνο μετά από επεξεργασία του ρυζιού (βράσιμο και ξέπλυμα) και έως ένα ποσοστό. Έχει κατηγοριοποιηθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως τάξης 1 Καρκινογόνο
    • Συγκεκριμένα, από το 2016 παγκόσμιες και διεθνείς οργανώσεις υγείας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και προτείνουν να μειωθεί η κατανάλωση ρυζιού και υποπροϊόντων ρυζιού από βρέφη και παιδιά λόγω της μικρής θρεπτικής αξίας, αλλά και της περιεκτικότητας του σε αρσενικό, ενώ πλέον από το 2018 και έπειτα στις Κατευθυντήριες Οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας όλα τα προϊόντα ρυζιού και δημητριακών εμπλουτίζονται με βιταμίνες ή μέταλλα λόγω της μειωμένης θρεπτικής αξίας και της υπερκατανάλωσης τους από βρέφη και παιδιά έναντι πιο ωφέλιμων τροφίμων. Πρόκειται για πρόσθετες βιταμίνες και μέταλλα που δεν είναι συγκρίσιμα με τα θρεπτικά στοιχεία των τροφίμων, γιατί σε μεγάλο ποσοστό το γαστρεντερικό αποβάλλει αντί να χρησιμοποιήσει αυτές τις πρόσθετες βιταμίνες και μέταλλα.

Δεν θες ρύζι;
Δώσε δημητριακά & ψευδοδημητριακά!

Από τη δημιουργία της ομάδας το 2012 και έως σήμερα, 7 χρόνια μετά, έχουμε παρατηρήσει ότι πλέον οι παιδίατροι που συστήνουν δημητριακά και ψευδοδημητριακά για βρέφη και παιδιά έχουν πληθύνει και κοντεύουν να πλησιάσουν τον αριθμό των παιδιάτρων που προτείνουν ρύζι και υποπροϊόντα του. Η στροφή αυτή δικαιολογείται και από την Αγορά Βρεφικών & Παιδικών Τροφών στην οποία παρατηρείται μείωση των προϊόντων και υποπροϊόντων ρυζιού και αύξηση των προϊόντων με δημητριακά.

Αν και τα τελευταία χρόνια αναφέρονται ως ισάξια σε σημαντικότητα με το ρύζι ως προς την βρεφική και παιδική διατροφή, τα δημητριακά και ψευδοδημητριακά παραμένουν μία επιλογή πλούσια θερμιδικά, αλλά φτωχή θρεπτικά, και προτείνεται η κατανάλωσή τους σε συγκεκριμένες μερίδες και ποσότητες. Ό,τι διατροφικά στοιχεία προσφέρουν, μπορούμε να τα βρούμε περισσότερο βιοδιαθέσιμα και αξιοποιήσιμα σε άλλα τρόφιμα, πολύ πιο πυκνά σε θρεπτικά στοιχεία, όπως φρούτα, λαχανικά, κρέας, ψάρι, θαλασσινά και ξηροί καρποί.

Τα δημητριακά και ψευδοδημητριακά είναι:
  • Σιτηρά όπως βρώμη, ρύζι, κριθάρι, σίκαλη, όλυρα ή ντίνκελ ή ζέα, σιτάρι, καλαμπόκι, κεχρί, σόργο, φαγόπυρο, τσία, κινόα
  • Οσπριοειδή λόγω του μεγάλου ποσοστού αμύλου που περιέχουν όπως ρεβίθια, φασόλια συμπεριλαμβανομένου και των φασολιών γίγαντες, αρακάς, φάβα, φακές, λούπινο, σόγια
  • Ελαιώδη λόγω του μεγάλου ποσοστού αμύλου που περιέχουν όπως πάλι η σόγια, ο ηλίανθος, το κάρδαμο, οι ηλιόσποροι, η μαύρη και η ινδική μουστάρδα, η κανόλα, οι λιναρόσποροι, οι σπόροι κάνναβης και οι σπόροι παπαρούνας.

Αν και η διατροφική αξία του κάθε δημητριακού ξεχωριστά φαίνεται πλούσια και ολοκληρωμένη στην διατροφική ετικέτα, τα δημητριακά κατά μέσο όρο αποτελούνται από 50-72% υδατάνθρακες, 7-13% πρωτεΐνη και 1-9% λιπαρά, τα ψευδοδημητριακά από 52-62% υδατάνθρακες, 13% πρωτεΐνη και 3-7% λιπαρά, ενώ τα ελαιώδη από 44% υδατάνθρακες, 20-22% πρωτεΐνη, 31-35% λιπαρά.

Οι υδατάνθρακες είναι μία από τις κύριες πηγές ενέργειας για το ανθρώπινο σώμα και, στην περίπτωση των υδατανθράκων από το άμυλο, ο ανθρώπινος οργανισμός τους διασπά σε σάκχαρα (δισακχαρίτες), τα οποία χαρακτηρίζονται από τον Εθνικό Διατροφικό Οδηγό Ελλάδας για Βρέφη, Παιδιά και Εφήβους, και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως “κενές θερμίδες”. Έχετε παρατηρήσει ότι τα δημητριακά και ψευδοδημητριακά έχουν πιο γλυκιά γεύση όσο τα μασάμε; Αυτό οφείλεται στη διάσπασή τους από το ένζυμο της αμυλάσης που περιέχει το σάλιο.

Πρόκειται για ένα ένζυμο η παραγωγή του οποίου ξεκινάει σιγά-σιγά και σταδιακά τον έκτο μήνα ζωής στο σάλιο και εδραιώνεται περισσότερο με την παγκρεατική αμυλάση από τον όγδοο έως τον δέκατο μήνα. Ένα βρέφος που λαμβάνει ως πρώτη ή κύρια τροφή στη διατροφή του τα δημητριακά ή/και το ρύζι, λαμβάνει πολλές και περιττές θερμίδες, με μειωμένη θρέψη λόγω της φυτικής προέλευσης των πρωτεϊνών, μετάλλων, βιταμινών και ιχνοστοιχείων που δεν είναι πλήρως αξιοποιήσιμα από τον ανθρώπινο οργανισμό. Αν συνυπολογίσουμε την παρουσία του φυτικού οξέος, τότε μειώνεται σημαντικά η θρέψη.

Συγκεκριμένα:

Το φυτικό οξύ είναι μία μοναδική φυσική ουσία που βρίσκεται στα φυτά, θεωρείται αντι-θρεπτικό στοιχείο και αναστολέας θρέψης λόγω της ιδιότητάς του να δεσμεύει σίδηρο, ψευδάργυρο και ασβέστιο στο γαστρεντερικό σύστημα κατά την πέψη, και μπορεί να προκαλέσει ή να επιβαρύνει την έλλειψη μετάλλων στον οργανισμό – ουσίες πραγματικά πολύτιμες σε έναν οργανισμό που έχει ραγδαία ανάπτυξη, όπως τα βρέφη και τα παιδιά. Είναι σημαντικό να επεξεργαζόμαστε τα δημητριακά και ψευδοδημητριακά πριν τα προσφέρουμε, ώστε να αφαιρέσουμε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό φυτικού οξέος: μία διαδικασία που δεν γίνεται στα τυποποιημένα βρεφικά και παιδικά τρόφιμα.

Οι μέθοδοι με τις οποίες μπορεί να μειωθεί το φυτικό οξύ που περιέχει ένα τρόφιμο είναι οι εξής:
  • Μούλιασμα: Τα δημητριακά και τα όσπρια μουλιάζονται σε νερό όλη τη νύχτα
  • Φύτρωμα: Η βλάστηση των σπόρων, των δημητριακών και των οσπρίων προκαλεί υποβάθμιση και μείωση του φυτικού οξέος.
  • Ζύμωση: Τα οργανικά οξέα που σχηματίζονται κατά τη διάρκεια της ζύμωσης προάγουν τη διάσπαση του φυτικού οξέος. Η ζύμωση με γαλακτικό οξύ είναι η προτιμώμενη μέθοδος, ένα καλό παράδειγμα της οποίας είναι η παρασκευή προζυμιού.

Αλλά ακόμα και αν μειωθεί το φυτικό οξύ, η έλλειψη παραγωγής αρκετής ποσότητας του ενζύμου της αμυλάσης είναι ένας ακόμα λόγος που θα πρέπει να μας αποτρέψει από την προσφορά δημητριακών και ψευδοδημητριακών ως πρώτες ή ακόμα και δεύτερες και τρίτες επιλογές στη διατροφή του βρέφους μας.

Η αμυλάση, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, είναι το ένζυμο που διασπά το άμυλο σε σάκχαρα (δισακχαρίτες), παράγεται αρχικά στο σάλιο και κατόπιν στο πάγκρεας, καθώς και σε μικρή ποσότητα στο συκώτι.

Η παραγωγή της αμυλάσης από τον ανθρώπινο οργανισμό είναι ένα χαρακτηριστικό που αποκτήσαμε μέσω της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους και αφότου η ανθρώπινη διατροφή μετατόπισε το βάρος της από τη συλλογή και το κυνήγι στην καλλιέργεια φυτών και στην κτηνοτροφία. Οι πρώτοι άνθρωποι δεν παρήγαγαν αμυλάση στο σάλιο ή το πάγκρεας τους. Το γονίδιο ΑΜΥ1 είναι υπεύθυνο για την αρχή της παραγωγής της αμυλάσης στον ανθρώπινο οργανισμό και μελέτες σε οργανισμούς που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αμύλου επιβεβαίωσαν και υπογράμμισαν τη σημασία της παρουσίας της αμυλάσης, ιδίως της σιαλικής, για την πέψη του αμύλου και την αξιοποίηση του ως ενέργεια.

Η παραγωγή της σιαλικής αμυλάσης ξεκινάει δειλά-δειλά στους έξι μήνες ζωής στο σάλιο, το οποίο αναμειγνύεται με την τροφή, διασπά το άμυλο και ενισχύει την πέψη και αξιοποίηση του από τον οργανισμό ως ενέργεια, ενώ το πάγκρεας ξεκινάει να το παράγει γύρω στον όγδοο με δωδέκατο μήνα ζωής, με την παραγωγή του να έχει εδραιωθεί σε ικανοποιητικά επίπεδα μετά το έτος και έως τα δύο έτη. Η παθητική σίτιση με κουτάλι δεν επιτρέπει την επαρκή επαφή του σάλιου με την τροφή, ενώ όση ενέργεια δεν χρησιμοποιηθεί, και πάλι θα μετατραπεί σε λίπος από τον οργανισμό.

Παρ’ όλα αυτά, δεν χρειάζεται να αποφεύγουμε ή να αποκλείουμε τα δημητριακά, τα ψευδοδημητριακά ή και το ρύζι από τη διατροφή του παιδιού μας, και εν γένει τη δικιά μας, εάν δεν θέλουμε. Μπορούμε κάλλιστα να τα εισάγουμε ως συνοδευτικά των κύριων γευμάτων, προσφέροντας στα παιδιά μία ποικιλία τροφίμων, γεύσεων και υφών. Μια ποικίλη διατροφή εξασφαλίζει ευημερία και υγεία, και όλα τα τρόφιμα, στην κατάλληλη ποσότητα που δεν κλέβει χώρο από κάποιο άλλο τρόφιμο, είναι ωφέλιμα.

Το γάλα είναι η κύρια τροφή έως το έτος και οι στερεές τροφές συμπληρωματικές. Δεν υπάρχουν συνιστώμενες ή προτεινόμενες ποσότητες για βρέφη κάτω του έτους. Συνεπώς, αν θα θέλαμε να προσφέρουμε δημητριακά και ρύζι, μπορούμε να ακολουθήσουμε την πρόταση του Εθνικού Διατροφικού Οδηγού:

Με βάση τον ΕΔΟ μπορούμε να εισάγουμε σταδιακά τα δημητριακά στη διατροφή των βρεφών από τον έκτο μήνα ζωής με μικροποσότητες και μετά να αυξήσουμε σταδιακά την ποσότητα έως ότου να τους προσφέρουμε μέσα στην ημέρα τις μισές προτεινόμενες μερίδες του έτους μέχρι να χρονίσουν. Μετά το έτος σταδιακά ξεκινάμε και αυξάνουμε την ποσότητα έως τα δύο έτη, οπότε και θα καταναλώνουν την συνιστώμενη ποσότητα δημητριακών, ρυζιού ή και πατάτας.

Η μισή ποσότητα από τις προτεινόμενες ποσότητες για παιδιά 1-3 ετών για τα δημητριακά, ρύζι και πατάτα είναι:
  • Ψωμί οποιουδήποτε είδους 15 γραμμάρια
  • Μισή φρυγανιά
  • 1/4 κουλούρι Θεσσαλονίκης
  • Δημητριακά όπως πρωινού 15 γραμμάρια
  • Ζυμαρικά και ρύζι 35 – 45 γραμμάρια
  • Πατάτα και όλες οι ποικιλίες της 60 – 75 γραμμάρια

Κάντε κλικ εδώ για να δείτε τις συνιστώμενες ημερήσιες ποσότητες και μερίδες ανά ηλικία.

Bonus!
Το ρύζι ή και τα δημητριακά είναι “υποαλλεργικά”

Όλα τα τρόφιμα και οι ουσίες με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή είναι εν δυνάμει αλλεργιογόνα. Αν και κάποιες αλλεργίες εμφανίζονται πιο συχνά, όπως στο αυγό ή στα γαλακτοκομικά, δεν υπάρχουν τρόφιμα που να είναι περισσότερο ή λιγότερο αλλεργιογόνα, γιατί δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποια ουσία, σε τι μορφή, σε τι ποσότητα και σε ποιο βαθμό θα αντιδράσει ο βρεφικός οργανισμός, αν όντως έχει αλλεργία.

Η πρόταση κατανάλωσης ρυζιού ή και δημητριακών ως πρώτες τροφές είναι απόρροια του επιθετικού μάρκετινγκ των τελευταίων εβδομήντα ετών, καθώς παρουσιάζονται ως υποαλλεργικά ή και κατάλληλα για την αποφυγή αλλεργιών, χωρίς καμία επιστημονική βάση. Οι πιθανότητες αλλεργικής αντίδρασης δεν είναι ούτε περισσότερες ούτε λιγότερες σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο τρόφιμο.

Bonus!
Το κουτάλι δεν το μαθαίνουν με την κρέμα, το ρυζάλευρο ή τα δημητριακά αλλά με τον χρόνο.

Τα βρέφη από τη γέννηση τους και έως περίπου την ηλικία των 6 μηνών έχουν πολύ έντονο το αντανακλαστικό ώθησης της γλώσσας, το οποίο είναι υπεύθυνο για την αντίσταση που προβάλλει η γλώσσα και για το γύρισμα ή την μη αποδοχή του κουταλιού κατά την ώρα του φαγητού. Το αντανακλαστικό αυτό σταδιακά μειώνεται έως την ηλικία των 8 μηνών – ίσως και 10 μηνών – ανάλογα το παιδί.

Η συχνή επαφή και η σίτιση με το κουτάλι σε άνετες και ευχάριστες συνθήκες σίτισης είναι το μόνο που θα βοηθήσει στην εξοικείωση και στη μείωση του αντανακλαστικού ώθησης της γλώσσας. Ο μόνος τρόπος για να μάθει το βρέφος το κουτάλι εκτός από την ώρα του φαγητού, είναι να του δώσετε κουτάλια να παίξει, να πιάσει, να βάλει στο στόμα.
Ένα πολύ διασκεδαστικό παιχνίδι εξοικείωσης, ιδανικά το καλοκαίρι, είναι να βάλετε το παιδί στο καρεκλάκι φαγητού ή στο πάτωμα πάνω σε μία πετσέτα με ένα μπολ με νερό και κουταλάκια, και να παίξετε μαζί. Βάλτε νερό σε ένα δικό σας κουταλάκι και πιείτε θεατρικά. Αφήστε το να παίξει για όσο του τραβήξει το ενδιαφέρον.

Εν κατακλείδι, για τους άνωθεν λόγους και για ακόμα περισσότερους που θα παρουσιάσουμε σταδιακά σε επόμενα αρχεία, το ρυζάλευρο και τα δημητριακά που προτείνονται ως πρώτη τροφή για βρέφη και παιδιά, ανεξαρτήτως ηλικίας, δεν είναι τα πιο κατάλληλα τρόφιμα για εισαγωγή στις στερεές τροφές και δεν χρειάζεται να είναι τα κύρια ή βασικά τρόφιμα στη διατροφή τους.

Πηγές

  • Εθνικός Διατροφικός Οδηγός Ελλάδας για Βρέφη, Παιδιά & Εφήβους
  • Feeding And Nutrition of Infants and Young Children, Guidlines for the WHO European Region with Emphasis on the Former Soviet Countries, Kim Fleischer Michaelsen, Lawrence Weaver, Francesco Branca, Aileen Robertson, WHO Regional Publications, European Series, No. 87, Updated reprint 2003, xvi + 288 pages, ISBN 92 890 1354 0, CHF 82.00, In developing countries: CHF 57.40, Order no. 13100087
  • A rapid evidence assessment: Does marketing of commercially available complementary foods affect infant and young child feeding? Commissioned by the World Health Organization, May 2015
  • Health effects of commercially available complementary foods: a systematic review, Emma Tzioumis MPH, Melissa Kay MS, MPH, RD, Melecia Wright, Linda Adair, PhD, Department of Nutrition, Gillings School of Global Public Health, University of North Carolina at Chapel Hill
  • Rice is Life (PDF) Food and Agricultural Organization of the United Nations, 2004
  • Guideline: Fortification of rice with vitamins and minerals as a public health strategy (PDF) Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείαςμ 2018. ISBN 978-92-4-155029-1
  • Arsenic in Rice and Rice Products, Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων, 24 Απριλίου, 2017
  • Ομάδα της EFSA για τις μολυσματικές ουσίες στην τροφική αλυσίδα (CONTAM) (28 Οκτωβρίου, 2009). “Scientific Opinion on Arsenic in Food”. EFSA Journal. 7 (10): 1351. doi:10.2903/j.efsa.2009.1351.
  • Prevention Of Allergies And Asthma In Children, Αμερικανική Ακαδημία Αλλεργίας Άσθματος Και Ανοσολογίας
  • Food Allergy, Αμερικανική Ακαδημία Αλλεργίας Άσθματος Και Ανοσολογίας
  • Allergenic Foods and their Allergens, with links to Informall, Food Allergy Research And Resource Program, Institute of Agriculture And Natural Resources, University of Nebraska–Lincoln, USA
  • Grains and Nutrition, Grains And Legumes Nutrition Council, AUS
  • Amylases, H. Taniguchi, Y. Honnda, σελίδες 159-173, Encyclopedia of Microbiology Third Edition, 2009 DOI: 10.1016/B978-012373944-5.00130-9
  • Microbial production of enzymes used in food applications, K.Hellmuth, J.M.van den Brink, σελίδες 262-287, Woodhead Publishing Series in Food Science, Technology and Nutrition, 2013 DOI: 10.1533/9780857093547.2.262
  • Gene-Culture Coevolution and Human Diet, Olli Arjamaa, Timo Vuorisalo, Τεύχος 98, Νούμερο 2, Σελίδα 140, Μάρτιος – Απρίλιος 2010 DOI: 10.1511/2010.83.140
  • Phytate Reduction In Brown Beans (Phaseolus Vulgaris L.), E‐L. Gustafsson A‐S. Sandberg, January 1995 DOI: 10.1111/j.1365-2621.1995.tb05626.x
  • Effect of several germination treatments on phosphatases activities and degradation of phytate in faba bean (Vicia faba L.) and azuki bean (Vigna angularis L.)., Luo Y1, Xie W, Luo F., J Food Sci. Οκτώβριος 2012;77(10):C1023-9. DOI: 10.1111/j.1750-3841.2012.02733.x
  • Effect of Several Germination Conditions on Total P, Phytate P, Phytase, and Acid Phosphatase Activities and Inositol Phosphate Esters in Rye and Barley, Carmen Centeno, Agustín Viveros, Agustín Brenes, Rosa Canales, Ana Lozano και Celia de la Cuadra, 6 Ιουνίου 2001, J. Agric. Food Chem.20014973208-3215 DOI: 10.1021/jf010023c
  • Moderate Decrease of pH by Sourdough Fermentation Is Sufficient To Reduce Phytate Content of Whole Wheat Flour through Endogenous Phytase Activity, Fanny Leenhardt, Marie-Anne Levrat-Verny, Elisabeth Chanliaud και Christian Rémésy, 13 Δεκεμβρίου 2004, J. Agric. Food Chem.200553198-102 DOI: 10.1021/jf049193q
  • Prolonged Fermentation of Whole Wheat Sourdough Reduces Phytate Level and Increases Soluble Magnesium, H. W. Lopez, V. Krespine, C. Guy, A. Messager, C. Demigne και C. Remesy, 4 Μαίου 2004, J. Agric. Food Chem.20014952657-2662 DOI: 10.1021/jf001255z
  • Is iron and zinc nutrition a concern for vegetarian infants and young children in industrialized countries? Rosalind S Gibson, Anne-Louise M Heath και Ewa A Szymlek-Gay, Τεύχος 100, Ιούλιος 2014, Σελίδες 459S–468S, The American Journal of Clinical Nutrition DOI: 10.3945/ajcn.113.071241
  • Bioavailability of iron, zinc, and other trace minerals from vegetarian diets, Janet R Hunt, Τεύχος 3, Σεπτέμβριος 2003, Σελίδες 633S–639S, The American Journal of Clinical Nutrition DOI: 10.1093/ajcn/78.3.633S
  • Relationship between iron status and dietary fruit and vegetables based on their vitamin C and fiber content , Sandrine Péneau Luc Dauchet, Anne-Claire Vergnaud, Carla Estaquio, Emmanuelle Kesse-Guyot, Sandrine Bertrais, Paule Latino-Martel, Serge Hercberg και Pilar Galan, Τόμος 87, Τεύχος 5, Μάιος 2008, Σελίδες 1298–1305, The American Journal of Clinical Nutrition DOI: 10.1093/ajcn/87.5.1298
  • Phytate in foods and significance for humans: Food sources, intake, processing, bioavailability, protective role and analysis, Ulrich Schlemmer, Wenche Frølich, Rafel M. Prieto και Felix Grases, Τεύχος 53, Σελίδες S330 – S375, Mol. Nutr. Food Res. 2009 DOI: 10.1002/mnfr.200900099
  • Effect of Protein Level and Protein Source on Zinc Absorption in Humans, Brittmarie Sandström, Annette Almgren, Barbro Kivistö και Åke Cederblad, Τόμος 119, Τεύχος 1, Ιανουάριος 1989, Σελίδες 48-53, The Journal of Nutrition DOI: 10.1093/jn/119.1.48
  • Nutritional iron deficiency, Michael B Zimmermann και Richard F Hurrell, Published:August 11, 2007 DOI: 10.1016/S0140-6736(07)61235-5
  • Nutritional Iron Deficiency Anemia: Magnitude and Its Predictors among School Age Children, Southwest Ethiopia: A Community Based Cross-Sectional Study, Desalegn Wolide A, Mossie A, Gedefaw L, 1 Δεκεμβρίου 2014 DOI: 10.1371/journal.pone.0114059
  • Minerals and phytic acid interactions: is it a real problem for human nutrition? H. Walter Lopez Fanny Leenhardt Charles Coudray και Christian Remesy, 23 Σεπτεμβρίου 2002 DOI: 10.1046/j.1365-2621.2002.00618.x

Σύνταξη – Μετάφραση: Αναστασία Παπαγγελή
Επιμέλεια: Μαρίνα Καζίλα

Be the first to comment

Leave a Reply